Greek Meaning of company man
εταιρικός άνδρας
Other Greek words related to εταιρικός άνδρας
- apartsitski
- γλείφτης
- Κόλακας
- υπηρέτης
- υπηρέτης
- βδέλλα
- παράσιτο
- κυνηγόσκυλο
- σφουγγάρι
- Ναι-άνδρας
- γλείφτης
- υποχείριο
- στρατιώτης
- αφοσιωμένος
- ενθουσιώδης
- ανεμιστήρας
- παράσιτο
- δεξί χέρι
- Ειδωλολάτρης
- ακολούθησε
- Κολαούζος
- μίνιον
- αντάρτης
- Δορυφόρος
- σφουγγάρι
- μπουμπούνας
- γλείφτης
- κόλακας
- Κόλακας
- προσκυνητής
- προσκυνητής
- οπαδός
- Θαυμάστρια
- μετατρέπω
- λατρευτής
- μαθητής
- υπηρέτης
- Ακόλουθος
- ερπετό
- ειδωλολάτρης
- κανακάρης
- υποστηρικτής του κινήματος #MeToo
- Μαθητής
- Λάτρης
- Ζηλωτής
Nearest Words of company man
- company name => Επωνυμία εταιρείας
- company operator => φορέας της εταιρείας
- company union => Εργατικό σωματείο
- comparability => συγκρισιμότητα
- comparable => συγκρίσιμος
- comparable to => συγκρίσιμο με
- comparable with => συγκρίσιμο με
- comparably => συγκριτικά
- comparative => συγκριτικός
- comparative anatomist => συγκριτικός ανατόμος
Definitions and Meaning of company man in English
company man (n)
an employee whose first loyalty is to the company rather than to fellow workers
FAQs About the word company man
εταιρικός άνδρας
an employee whose first loyalty is to the company rather than to fellow workers
apartsitski,γλείφτης,Κόλακας,υπηρέτης,υπηρέτης,βδέλλα,παράσιτο,κυνηγόσκυλο,σφουγγάρι,Ναι-άνδρας
No antonyms found.
company => εταιρεία, companionway => κλίμακα, companionship => συντροφικότητα, companionate => οικείος, companionableness => συντροφικότητα,