Greek Meaning of compactly

σφιχτά

Other Greek words related to σφιχτά

Definitions and Meaning of compactly in English

Wordnet

compactly (r)

in a compact manner or state

with concise and precise brevity; to the point

taking up no more space than necessary

FAQs About the word compactly

σφιχτά

in a compact manner or state, with concise and precise brevity; to the point, taking up no more space than necessary

περιεκτικά,σύντομα,τραγανός,σύντομα,ελλειπτικά,ακριβώς,Σύντομα,με μια λέξη,εν συντομία,Συνοψίζοντας

διάχυτα,εκτενώς,πολυλογίας,Περιττά,επανειλημμένα,μακρυγoρήγητα

compaction => συμπίεση, compact-disk burner => Εγγραφέας οπτικού δίσκου, compact disk => Συμπαγής δίσκος, compact disc write-once => Συμπαγής δίσκος μιας χρήσης (CD-ROM), compact disc recordable => Εγγράψιμος συμπαγής δίσκος,