Greek Meaning of in brief
εν συντομία
Other Greek words related to εν συντομία
Nearest Words of in brief
- in both ears => σε δύο ωτίων
- in arrears => ληξιπρόθεσμος
- in apposition => Τοποθέτηση
- in any event => σε κάθε περίπτωση
- in any case => σε κάθε περίπτωση
- in antis => εναντίον
- in and of itself => Αυτό καθ' εαυτό.
- in and an => σε και
- in an elaborate way => με περίτεχνο τρόπο
- in all probability => κατά πάσα πιθανότητα
Definitions and Meaning of in brief in English
in brief (r)
in a concise manner; in a few words
FAQs About the word in brief
εν συντομία
in a concise manner; in a few words
σύντομα,περιεκτικά,ακριβώς,ακριβώς,σύντομα,απότομα,σφιχτά,τραγανός,σύντομα,ελλειπτικά
διάχυτα,μακρυγoρήγητα,εκτενώς,πολυλογίας,Περιττά,επανειλημμένα
in both ears => σε δύο ωτίων, in arrears => ληξιπρόθεσμος, in apposition => Τοποθέτηση, in any event => σε κάθε περίπτωση, in any case => σε κάθε περίπτωση,