Greek Meaning of bluffly
άμεσα
Other Greek words related to άμεσα
Nearest Words of bluffly
Definitions and Meaning of bluffly in English
bluffly (r)
in a blunt direct manner
FAQs About the word bluffly
άμεσα
in a blunt direct manner
φαλακρός,ειλικρινά,ειλικρινά,ειλικρινά,ανοικτά,απλός,προφανώς,απλά,ειλικρινά,ίσιος
ευγενικά,ευγενικά,απατηλά,διπλωματικά,εσφαλμένα,μακρυγoρήγητα,ευγενικά,διακριτικά,εκτενώς,πολυλογίας
bluffing => μπλόφα, bluff-headed => μπλε κεφάλι, bluffer => Μπλόφας, bluffed => έμπλεξε, bluff-bowed => με αμβλεία πλώρη,