Greek Meaning of in camera
κεκλεισμένων των θυρών
Other Greek words related to κεκλεισμένων των θυρών
Nearest Words of in camera
Definitions and Meaning of in camera in English
in camera (r)
kept private or confined to those intimately concerned
FAQs About the word in camera
κεκλεισμένων των θυρών
kept private or confined to those intimately concerned
Εμπιστευτικά,εγκληματικά,μυστικά,δυο,παρασκήνια,προς τα μέσα,Σιγανά,κατ' ιδίαν
δημόσια,ανοικτά
in brief => εν συντομία, in both ears => σε δύο ωτίων, in arrears => ληξιπρόθεσμος, in apposition => Τοποθέτηση, in any event => σε κάθε περίπτωση,