Greek Meaning of compaction

συμπίεση

Other Greek words related to συμπίεση

Definitions and Meaning of compaction in English

Wordnet

compaction (n)

an increase in the density of something

the act of crushing

FAQs About the word compaction

συμπίεση

an increase in the density of something, the act of crushing

συμπίεση,Συμπύκνωση,συμπύκνωση,Συστολή,συμπίεση,συμπίεση,ενοποίηση,στένωση,σύναψη σύμβασης,πιέζω

αποσυμπίεση,διασπορά,επέκταση,διαστολή,διάλυση,Πληθωρισμός,διασκόρπιση,Οίδημα,Επέκταση,διάταση

compact-disk burner => Εγγραφέας οπτικού δίσκου, compact disk => Συμπαγής δίσκος, compact disc write-once => Συμπαγής δίσκος μιας χρήσης (CD-ROM), compact disc recordable => Εγγράψιμος συμπαγής δίσκος, compact disc read-only memory => Δίσκος συμπυκνωμένου δίσκου μνήμης μόνο για ανάγνωση,