Greek Meaning of telescoping
τηλεσκοπικός
Other Greek words related to τηλεσκοπικός
Nearest Words of telescoping
- telescopically => τηλεσκοπικά
- telescopical => τηλεσκοπικός
- telescopic sight => Τηλεσκοπικό σκοπευτικό
- telescopic => τηλεσκοπικός
- telescoped => τηλεσκοπικό
- telescope sight => Τηλεσκοπικό σκοπευτικό
- telescope bag => Τσάντα τηλεσκοπίου
- telescope => τηλεσκόπιο
- telerythin => τελερυθρίνη
- telerobotics => Τηλερομποτική
Definitions and Meaning of telescoping in English
telescoping (p. pr. & vb. n.)
of Telescope
FAQs About the word telescoping
τηλεσκοπικός
of Telescope
συμπίεση,Συμπύκνωση,συμπύκνωση,σύναψη σύμβασης,Συστολή,πιέζω,συμπίεση,συμπίεση,συμπίεση,ενοποίηση
αποσυμπίεση,διασπορά,επέκταση,διαστολή,διάλυση,Πληθωρισμός,διασκόρπιση,Οίδημα,Επέκταση,διάταση
telescopically => τηλεσκοπικά, telescopical => τηλεσκοπικός, telescopic sight => Τηλεσκοπικό σκοπευτικό, telescopic => τηλεσκοπικός, telescoped => τηλεσκοπικό,