Greek Meaning of palsy
Παράλυση
Other Greek words related to Παράλυση
- στοργικός
- φιλικός
- φιλεύσπλαχνος
- χαρούμενος
- κολλητός φίλος
- ζεστός
- φιλικός
- φιλαράκια
- φιλικός
- φιλικός
- συντροφικός
- φιλικός
- αδελφικός
- λαμπρός
- καλόκαρδος
- χαλαρός σύντροφος
- χαίρετε πάντες
- γενναιόδωρος
- χαρούμενος
- αγαπώντας
- Φίλος
- φιλικός
- ωραίο
- γλυκό
- Θερμόκαρδος
- Φιλικός
- λατρεύω
- Φιλικός
- ευχάριστος
- προσιτός
- αδελφικός
- φίλοι
- κοντά
- κλειστό
- Φιλικός
- αφοσιωμένος
- εξωστρεφής
- εξωστρεφής
- γνώριμος
- λαϊκός
- οπαδός
- Καλοσυνάτος
- κοινωνικός
- φιλόξενος
- χαρούμενος
- εξωστρεφής
- αδελφικός
- κοινωνικός
- αλλοτριωμένος
- ανταγωνιστικός
- κρύος
- παγωμένος
- παγετώδης
- εχθρικός
- παγωμένος
- ανεπιθύμητος
- επιθετικός
- επιχειρηματικός
- εμπόλεμος
- κρύος
- μαχητικός
- Αμφιλεγόμενος
- κουλ
- αποξενωμένος
- κρύο
- μαχητικός
- φιλονικός
- άγριος
- αντικοινωνικός
- χιονώδης
- πολεμοχαρής
- ψυχρός
- φιλονικητής
- εχθρικός
- εχθρικός
- φτωχό
- ακοινώνητος
- χειμωνιάτικος
Nearest Words of palsy
Definitions and Meaning of palsy in English
palsy (n)
loss of the ability to move a body part
a condition marked by uncontrollable tremor
palsy (v)
affect with palsy
palsy (n.)
Paralysis, complete or partial. See Paralysis.
palsy (v. t.)
To affect with palsy, or as with palsy; to deprive of action or energy; to paralyze.
FAQs About the word palsy
Παράλυση
loss of the ability to move a body part, a condition marked by uncontrollable tremor, affect with palsyParalysis, complete or partial. See Paralysis., To affect
στοργικός,φιλικός,φιλεύσπλαχνος,χαρούμενος,κολλητός φίλος,ζεστός,φιλικός,φιλαράκια,φιλικός,φιλικός
αλλοτριωμένος,ανταγωνιστικός,κρύος,παγωμένος,παγετώδης,εχθρικός,παγωμένος,ανεπιθύμητος,επιθετικός,επιχειρηματικός
palster => Γύψος, palstave => Πελέκυς, palsies => Παράλυση, palsied => παράλυτος, palsical => παράλυτος,