Greek Meaning of at rest

Σε ηρεμία

Other Greek words related to Σε ηρεμία

Definitions and Meaning of at rest in English

Wordnet

at rest (s)

in a state of repose or especially sleep

dead

FAQs About the word at rest

Σε ηρεμία

in a state of repose or especially sleep, dead

νεκρός,αδρανής,απενεργοποιημένος,αχρησιμοποίητος,ελεύθερος,κοιμισμένος,χέρσος,δωρεάν,αδρανής,αδρανής

ενεργός,ζωντανός,απασχολημένος,εργαζόμενος,Λειτουργικός,λειτουργικός,πηγαίνω,σε,ζωντανό,λειτουργική

at random => τυχαία, at present => επί του παρόντος, at peace => σε ειρήνη, at one time => κάποτε, at one => μια φορά,