FAQs About the word at loggerheads

σε διαμάχη

in a dispute or confrontation

διαιρεμένος,διαχωρίζω,σε αντίθεση,Διασπασμένος,βαλκανοποιημένος,Ασύνδετος,κλασματικός,κλασματικός

ομόφωνα,ενωμένος,αδιαίρετος

at length => наконец, at leisure => στον ελεύθερο χρόνο, at least => τουλάχιστον, at last => επιτέλους, at large => ελεύθερος,