Greek Meaning of at length

наконец

Other Greek words related to наконец

Definitions and Meaning of at length in English

Wordnet

at length (r)

in a lengthy or prolix manner

FAQs About the word at length

наконец

in a lengthy or prolix manner

ολοκληρωτικά,πλήρως,ανάποδα,συστηματικά,διεξοδικά,Περιεκτικός,εξαντλητικά,εκτενώς,από πλώρη μέχρι πρύμνη,με φόρα

χωρίς στόχο,τυχαία,ατελώς,οριακά,τυχαία,άσχετα,τυχαίος,ανεπαρκώς,ρηχά,συνοπτικά

at leisure => στον ελεύθερο χρόνο, at least => τουλάχιστον, at last => επιτέλους, at large => ελεύθερος, at home => σπίτι,