Greek Meaning of in detail

λεπτομερώς

Other Greek words related to λεπτομερώς

Definitions and Meaning of in detail in English

Wordnet

in detail (r)

thoroughly (including all important particulars)

FAQs About the word in detail

λεπτομερώς

thoroughly (including all important particulars)

ολοκληρωτικά,πλήρως,ανάποδα,συστηματικά,διεξοδικά,наконец,Περιεκτικός,αναλυτικά,εξαντλητικά,εκτενώς

χωρίς στόχο,τυχαία,ατελώς,οριακά,τυχαία,επιφανειακά,επιπόλαια,άσχετα,τυχαίος,ανεπαρκώς

in demand => είδη σε ζήτηση, in darkness => στο σκοτάδι, in condition => σε κατάσταση, in conclusion => Καταλήγοντας, in concert => σε συναυλία,