Greek Meaning of in effect
στην πραγματικότητα
Other Greek words related to στην πραγματικότητα
- συνέπεια
- Αποτέλεσμα
- προϊόν
- Αποτέλεσμα
- συνισταμένη
- επακόλουθο
- παροπλισμός
- παιδί
- Συμπέρασμα
- συνέπεια
- ανάπτυξη
- μοίρα
- Φρούτο
- υπόνοια
- ζήτημα
- κάτι αυτονόητο
- ανάπτυξη
- καθίζημα
- συνέχεια
- ακολουθία
- αποτέλεσμα
- λυκόφως
- μετασεισμός
- παρενέργεια
- κατάληξη
- Ηχώ
- συνέπειες
- διακλάδωση
- αντίκτυπος
- κυματισμοί
- παρενέργεια
- Λύση
- παρενέργεια
Nearest Words of in effect
Definitions and Meaning of in effect in English
in effect (s)
exerting force or influence
in effect (r)
in actuality or reality or fact
FAQs About the word in effect
στην πραγματικότητα
exerting force or influence, in actuality or reality or fact
συνέπεια,Αποτέλεσμα,προϊόν,Αποτέλεσμα,συνισταμένη,επακόλουθο,παροπλισμός,παιδί,Συμπέρασμα,συνέπεια
βάση,επειδή,εξέταση,παράγοντας,περίσταση,λόγος,προηγούμενο,βάση,αιτιότητα,ορίζουσα
in earnest => σοβαρα, in due time => έγκαιρα, in due season => στην ώρα του, in due course => εγκαίρως, in dishabille => με τις πιτζάμες,