Greek Meaning of annunciated

ανακοινώθηκε

Other Greek words related to ανακοινώθηκε

Definitions and Meaning of annunciated in English

Webster

annunciated (imp. & p. p.)

of Annunciate

FAQs About the word annunciated

ανακοινώθηκε

of Annunciate

ανακοινώθηκε,Δηλωθεί,διακήρυξε,δημοσιευμένα,διαφημισμένο,βροντοφώναξε,φλεγόμενος,διακοσμημένος,μετάδοση,Αποκαλύφθηκε

κρυμμένο,σιωπηλός,καταπιεσμένη,κατεχόμενος,Ανακάλεσε,ανασυρόμενη,ακυρώθηκε,(σιωπημένος),ανακάλεσε

annunciate => αναγγέλλειν, annunciable => ανακοινώσιμο, annumeration => συνταξιοδότηση, annumerate => αριθμητικός, annum => το χρόνο,