Greek Meaning of billed
τιμολογούμενος
Other Greek words related to τιμολογούμενος
- ερωτοτροπούσαν
- χαϊδεύω
- αγκαλιασμένος
- χαϊδεύω
- αγαπημένος
- μακρυλαιμός
- φωλιασμένος
- ρινικό
- χαϊδεύω
- χάιδεψε
- με πόδια
- χαϊδεμένος
- Στοργικός
- Με το κουτάλι
- εγκεφαλικό επεισόδιο
- αναπήδησε
- αγκαλιάστηκε
- διπλωμένος
- Ψηλάφηση (noun)
- ήπιος
- Αγκαλιάστηκε
- ζυμωμένος
- μασάζ
- κακομαθαίνω
- καλομαθημένο
- χάιδεψε
- αφοσιωμένος
- κακομαθημένος
- Κακομαθημένος
- κακομαθημένος
- κακομαθημένος
Nearest Words of billed
Definitions and Meaning of billed in English
billed (s)
having a beak or bill as specified
billed (imp. & p. p.)
of Bill
billed (a.)
Furnished with, or having, a bill, as a bird; -- used in composition; as, broad-billed.
FAQs About the word billed
τιμολογούμενος
having a beak or bill as specifiedof Bill, Furnished with, or having, a bill, as a bird; -- used in composition; as, broad-billed.
ερωτοτροπούσαν,χαϊδεύω,αγκαλιασμένος,χαϊδεύω,αγαπημένος,μακρυλαιμός,φωλιασμένος,ρινικό,χαϊδεύω,χάιδεψε
αφαιρέθηκε,κατέλαβε
billbug => Ρυγχοφόρος, billboard => Πινακίδα, billbeetle => Σκαθαροειδές, billard => μπιλιάρδο, billage => χωριουδάκι,