FAQs About the word cuddled

αγκαλιασμένος

to lie close, a close embrace, to hold close for warmth or comfort or in affection, to lie close or snug

Στοργικός,φωλιασμένος,χαϊδεύω,Σκυφτός,Έτοιμος,Συνωστισμένος,snoozled

Τραντάχτηκε,τρομοκρατήθηκε,οπισθοχώρησε,προστατευμένος,συρρικνώθηκε,συρρικνώθηκε,ξεκίνησε,συσπάστηκε,Χλωμός

cuddie => cuddlie, cuckoos => κούκος, cuckoo clocks => ρολόγια με κούκο, cubs => Κουταβάκια, cubicles => Γραφεία,