Greek Meaning of billfold
πορτοφόλι
Other Greek words related to πορτοφόλι
Nearest Words of billfold
- billhead => κεφαλίδα τιμολογίου
- billhook => δρεπάνι
- billiard => μπιλιάρδο
- billiard ball => Μπάλα μπιλιάρδου
- billiard hall => Μπιλιαρδάδικο
- billiard marker => Μαρκαδόρος μπιλιάρδου
- billiard parlor => Σαλόνι μπιλιάρδου
- billiard parlour => Μπιλιάρδο
- billiard player => Παίχτης μπιλιάρδου
- billiard room => Αίθουσα μπιλιάρδου
Definitions and Meaning of billfold in English
billfold (n)
a pocket-size case for holding papers and paper money
FAQs About the word billfold
πορτοφόλι
a pocket-size case for holding papers and paper money
πορτοφόλι,τσάντα,συμπλέκτης,συμπαγής,μινωδιέρα,πορτοφόλι,τσάντα,πορτοφόλι,ματαιοδοξία,Τσαντάκι
No antonyms found.
billfish => Ξιφίας, billets-doux => ερωτικές επιστολές, billeting => στρατωνισμός, billethead => τσεκούρι, billeted => στρατοπεδευμένος,