Greek Meaning of annum
το χρόνο
Other Greek words related to το χρόνο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of annum
- annumerate => αριθμητικός
- annumeration => συνταξιοδότηση
- annunciable => ανακοινώσιμο
- annunciate => αναγγέλλειν
- annunciated => ανακοινώθηκε
- annunciating => αναγγέλλοντας
- annunciation => Ευαγγελισμός
- annunciation day => Ευαγγελισμός της Θεοτόκου
- annunciation lily => κρίνος του Ευαγγελισμού
- annunciative => αναγγελτικός
Definitions and Meaning of annum in English
annum (n)
(Latin) year
FAQs About the word annum
το χρόνο
(Latin) year
No synonyms found.
No antonyms found.
annulus => δακτύλιος, annulose => δακτύλιος, annulosan => δακτυλιοσκώληκας, annulosa => Δακτυλιοσκώληκες, annuloida => δακτυλιόμορφα,