Greek Meaning of annumerate
αριθμητικός
Other Greek words related to αριθμητικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of annumerate
- annumeration => συνταξιοδότηση
- annunciable => ανακοινώσιμο
- annunciate => αναγγέλλειν
- annunciated => ανακοινώθηκε
- annunciating => αναγγέλλοντας
- annunciation => Ευαγγελισμός
- annunciation day => Ευαγγελισμός της Θεοτόκου
- annunciation lily => κρίνος του Ευαγγελισμού
- annunciative => αναγγελτικός
- annunciator => ενδεικτικός πίνακας
Definitions and Meaning of annumerate in English
annumerate (v. t.)
To add on; to count in.
FAQs About the word annumerate
αριθμητικός
To add on; to count in.
No synonyms found.
No antonyms found.
annum => το χρόνο, annulus => δακτύλιος, annulose => δακτύλιος, annulosan => δακτυλιοσκώληκας, annulosa => Δακτυλιοσκώληκες,