Greek Meaning of ambiguousness

διφορούμενο

Other Greek words related to διφορούμενο

Definitions and Meaning of ambiguousness in English

Webster

ambiguousness (n.)

Ambiguity.

FAQs About the word ambiguousness

διφορούμενο

Ambiguity.

αμφισημία,μυστήριο,πολυπλοκότητα,σκοτάδι,Διασάφηση,ακαταληψία,θολότητα,Μυστήριο,νεφώδης όψη,λοξότητα

φωτεινότητα,βεβαιότητα,σαφήνεια,σαφήνεια,κατανοητότητα,διακριτότητα,ευκρίνεια,ευανάγνωση,προφανές,απλότητα

ambiguously => διφορούμενα, ambiguous => ασαφής, ambiguity => αμφισημία, ambiguities => Αμφισημίες, ambigu => ασαφής,