Greek Meaning of obtuseness

βλακεία

Other Greek words related to βλακεία

Definitions and Meaning of obtuseness in English

Wordnet

obtuseness (n)

the quality of being slow to understand

the quality of lacking a sharp edge or point

Webster

obtuseness (n.)

State or quality of being obtuse.

FAQs About the word obtuseness

βλακεία

the quality of being slow to understand, the quality of lacking a sharp edge or pointState or quality of being obtuse.

πυκνότητα,πυκνότητα,ανία,φαιδρότητα,Τρέλα,αφηρημάδα,βραδύτητα,πάχος,νωθρότητα,βλακεία

οξύνοια,οξυδέρκεια,φωτεινότητα,Λάμψη,Εξυπνάδα,Διορατικότητα,νοημοσύνη,κρίση,κρίση,οξύνοια

obtusely => Αμβλύς, obtuse-angular => αμβλυγώνιος, obtuse-angled triangle => Αμβλυγώνιο τρίγωνο, obtuse-angled => Αμβλύγωνη γωνία, obtuse triangle => Αμβλύγωνο τρίγωνο,