Greek Meaning of acculturation
Εγκλιματισμός
Other Greek words related to Εγκλιματισμός
- απορρόφηση
- σύμφωνα με
- προσαρμογή
- προσαρμογή
- συμφωνία
- αφομοίωση
- συμμόρφωση
- συμμόρφωση
- συνάφεια
- Σύμφωνο
- Αρμονία
- Ενσωμάτωση
- ενοποίηση
- Εγκλιματισμός
- εγκλιματισμός
- Διαμονή
- συμφωνία
- προσαρμογή
- ανάμιξη
- Διάπλαση
- συμβατότητα
- Ομοιογενοποίηση
- συγχώνευση
- μίξη
- Αλληλεγγύη
- μελωδία
- συμφωνία
- συμβατότητα
- ενότητα
- Μαζί
- αντίθεση
- παρέκκλιση
- διαφορά
- ανισότητα
- Ανομοιότητα
- διάκριση
- διακριτότητα
- διακριτότητα
- απόκλιση
- ποικιλομορφία
- σύγκρουση
- διχόνοια
- Διχόνοια
- ετερογένεια
- διαφωνία
- διαφωνία
- Διαφωνία
- διχόνοια
- πολυμορφία
- Τριβή
- Ασυμβατότητα
- διαμάχη
- διαφορετικότητα
- μεταβλητότητα
- διακύμανση
- δυσαρμοστικότητα
- διαφωνία
- ασυμφωνία
- ασυμφωνία
- διαφωνία
Nearest Words of acculturation
Definitions and Meaning of acculturation in English
acculturation (n)
the adoption of the behavior patterns of the surrounding culture
all the knowledge and values shared by a society
the process of assimilating new ideas into an existing cognitive structure
FAQs About the word acculturation
Εγκλιματισμός
the adoption of the behavior patterns of the surrounding culture, all the knowledge and values shared by a society, the process of assimilating new ideas into a
απορρόφηση,σύμφωνα με,προσαρμογή,προσαρμογή,συμφωνία,αφομοίωση,συμμόρφωση,συμμόρφωση,συνάφεια,Σύμφωνο
αντίθεση,παρέκκλιση,διαφορά,ανισότητα,Ανομοιότητα,διάκριση,διακριτότητα,διακριτότητα,απόκλιση,ποικιλομορφία
acculturate => εγκλιματίζω, accubation => Ανάκλιση, accrument => Συσσώρευση, accruing => συσσωρευόμενο, accruer => Συγκεντρώνομαι,