Greek Meaning of congruence
συνάφεια
Other Greek words related to συνάφεια
- σύγκρουση
- αντίθεση
- διαφωνία
- διαφορά
- ανισότητα
- Ανομοιότητα
- διάκριση
- διακριτότητα
- διακριτότητα
- απόκλιση
- ποικιλομορφία
- ασυμφωνία
- ασυμφωνία
- παρέκκλιση
- διχόνοια
- Διχόνοια
- διαφωνία
- διαφωνία
- διχόνοια
- Τριβή
- ασυμφωνία
- διαμάχη
- διαφορετικότητα
- μεταβλητότητα
- διακύμανση
- ετερογένεια
- διαφωνία
- Διαφωνία
- πολυμορφία
- Ασυμβατότητα
Nearest Words of congruence
- congridae => Συναγρίδες
- congreve => Κονγκρήβ
- congresswoman => μέλος του Κογκρέσου
- congressman => βουλευτής
- congressional record => Κογκρεσσιακό αρχείο
- congressional medal of honor => Μετάλλιο Τιμής του Κογκρέσου
- congressional district => Εκλογική περιφέρεια
- congressional => συνέδριο
- congress shoe => Παπούτσι κονγκρέσου
- congress of racial equality => Συνέδριο Φυλετικής Ισότητας
Definitions and Meaning of congruence in English
congruence (n)
the quality of agreeing; being suitable and appropriate
FAQs About the word congruence
συνάφεια
the quality of agreeing; being suitable and appropriate
σύμφωνα με,Αρμονία,συμφωνία,συμφωνία,συμβατότητα,συμμόρφωση,συμμόρφωση,συμφωνία,συμβατότητα,Σύμφωνο
σύγκρουση,αντίθεση,διαφωνία,διαφορά,ανισότητα,Ανομοιότητα,διάκριση,διακριτότητα,διακριτότητα,απόκλιση
congridae => Συναγρίδες, congreve => Κονγκρήβ, congresswoman => μέλος του Κογκρέσου, congressman => βουλευτής, congressional record => Κογκρεσσιακό αρχείο,