Greek Meaning of congruent
όμοιοσχήμοιος
Other Greek words related to όμοιοσχήμοιος
Nearest Words of congruent
- congruence => συνάφεια
- congridae => Συναγρίδες
- congreve => Κονγκρήβ
- congresswoman => μέλος του Κογκρέσου
- congressman => βουλευτής
- congressional record => Κογκρεσσιακό αρχείο
- congressional medal of honor => Μετάλλιο Τιμής του Κογκρέσου
- congressional district => Εκλογική περιφέρεια
- congressional => συνέδριο
- congress shoe => Παπούτσι κονγκρέσου
Definitions and Meaning of congruent in English
congruent (a)
corresponding in character or kind
coinciding when superimposed
FAQs About the word congruent
όμοιοσχήμοιος
corresponding in character or kind, coinciding when superimposed
συμβατός,συνεπής,Σύμφωνο,αρμονικός,συνεκτικός,συμφωνικός,Συμφωνος (με),σύμφωνος,Ανταποκριτής (με ή σε),αρμονικός
Αντιφατικό,Ασυμβίβαστο,ασύmbato,ασυνεπής,συγκρουσιακός,ακατάλληλος,ακατάλληλος,δυσαρμονικός,μη συμβατό,ακατάλληλος
congruence => συνάφεια, congridae => Συναγρίδες, congreve => Κονγκρήβ, congresswoman => μέλος του Κογκρέσου, congressman => βουλευτής,