Greek Meaning of wrangled

καυγαδίζει

Other Greek words related to καυγαδίζει

Definitions and Meaning of wrangled in English

Webster

wrangled (imp. & p. p.)

of Wrangle

FAQs About the word wrangled

καυγαδίζει

of Wrangle

ισχυρίστηκε,μάλωναν,συγκρούστηκαν,πολέμησε,τσακώθηκαν,τσακώθηκαν,διαφώνησε,καυγάδισε,Στοιβάζονται,αμφιλεγόμενος

αποδεκτό,συμφωνήθηκε,συνυπήρχαν,συμφωνώ,συμφώνησε,αποδεκτό,Τά 'βρισκαν καλά

wrangle => τσακωμό, wrangell-st. elias national park => Εθνικό Πάρκο Wrangell–St. Elias, wraithlike => Εφιαλτικός, wraith => φάντασμα, wrain-bolt => κεραυνός,