Greek Meaning of uvular
υπερωικός
Other Greek words related to υπερωικός
- γλωσσικός
- ουρανικό
- πνιγμένος
- ραγισμένο
- δυσαρμονικός
- δυσαρμονικός
- θορυβώδης
- τεταμένος
- στραγγαλισμένος
- στριγγός
- άμουσος
- δυσμουσικός
- λειαντικό
- κακόφωνος
- κρώξιμο
- Χοντρός
- βραχνός
- ασύμφωνος
- σίτα
- χαλίκι
- πετρώδης
- άλεση
- βαρύς
- λαρυγγικός
- βραχνός
- χάσκι
- ενοχλητικός
- ράσπα
- βραχνός
- τραχύς
- Σκουριασμένος
- ξύσιμο
- ξύσιμο
- τραχύς
- τσιριχτός
- βραχνός
- κραυγάζοντας
Nearest Words of uvular
- uvularia => Ουβουλάρια
- uvularia grandiflora => Ουβουλάρια η γραντιφλόρα
- uvulariaceae => uvulariaceae
- uvulatome => Ουρανισκότομος
- uvulatomy => Ουλοτομία
- uvulitis => Υπερωίτιδα
- uvulopalatopharyngoplasty => Ωτορινολαρυγγική χειρουργική επέμβαση
- uwarowite => Ουβαροβίτης
- ux. => Εμπειρία χρήστη (UX)
- uxor => σύζυγος
Definitions and Meaning of uvular in English
uvular (a)
of or relating to or associated with the uvula
uvular (a.)
Of or pertaining to a uvula.
FAQs About the word uvular
υπερωικός
of or relating to or associated with the uvulaOf or pertaining to a uvula.
γλωσσικός,ουρανικό,πνιγμένος,ραγισμένο,δυσαρμονικός,δυσαρμονικός,θορυβώδης,τεταμένος,στραγγαλισμένος,στριγγός
ήπιος,χρυσός,υγρό,μελωδικός,γλυκός,λείο,μαλακός,κατευναστικός,γλυκό,τρυφερό
uvula => σταφυλή, uvrou => ουβρού, uvitonic => ουβιτονικός, uvitic => σταφυλοειδής, uvic => uvic,