Greek Meaning of unsupervised
μη επιβλεπόμενος
Other Greek words related to μη επιβλεπόμενος
Nearest Words of unsupervised
Definitions and Meaning of unsupervised in English
unsupervised (a)
not supervised or under constant observation
FAQs About the word unsupervised
μη επιβλεπόμενος
not supervised or under constant observation
παραδόθηκε,ελευθερωμένος,ενεργοποιημένος,απελευθερωμένος,απελευθερωμένος,λυτρωμένος,κυκλοφόρησε,ακατάκτητος,ατύπωτο,αυτόνομος
εξαρτημένος,μη αυτόνομος,θέμα,ελεύθερος,δεμένος,Αιχμάλωτος,κατακτημένος,Δούλος,δεμένος,μη αυτοδιοικούμενος
unsung => αδούλωτος, unsullied => αμόλυντος, unsuited => ακατάλληλος, unsuitably => ακατάλληλα, unsuitableness => ακαταλληλότητα,