Greek Meaning of trifling (away)

ασήμαντο (μακριά)

Other Greek words related to ασήμαντο (μακριά)

Definitions and Meaning of trifling (away) in English

trifling (away)

No definition found for this word.

FAQs About the word trifling (away)

ασήμαντο (μακριά)

σπατάλη (μακριά),Χάνοντας,τρέχω μέσα από,δαπάνες,πετώντας μακρυά,φυσώντας,διαλυόμενος,Καθυστερώ,σπάταλος,Πετάω τα λεφτά μου

διατήρησης,διατηρητέο,προστατευτικός,εξοικονόμηση,θέτοντας,αποταμίευση,συσσώρευση,λιτότητα,οικονομία

trifles => ασήμαντα, trifled (away) => σπαταλήθηκε, trifle (away) => ασήμαντο, trifecta => τριπλέτα, tries => προσπαθεί,