Greek Meaning of impoverishing
εξαθλιωτικός
Other Greek words related to εξαθλιωτικός
Nearest Words of impoverishing
Definitions and Meaning of impoverishing in English
impoverishing (p. pr. & vb. n.)
of Impoverish
FAQs About the word impoverishing
εξαθλιωτικός
of Impoverish
χρεωκοπία,ζητιάνος,εξαθλιωτικός,μειώνοντας,καταστροφική,σπάσιμο,έκρηξη,καθαρισμός,ίσιωμα,εξάλειψη
εμπλουτίζων,εμπλουτισμός
impoverisher => φτωχοποιητής, impoverished => φτωχοποιημένος, impoverish => Φτωχοποίηση, impoundment => Κατάσχεση, impounding => κατάσχεση,