Greek Meaning of tommyrot
Μαλ***ίες
Other Greek words related to Μαλ***ίες
- μπλα μπλα
- ανοησίες
- σάλια
- ανοησία
- ξηροί καρποί
- βλακεία
- παραλογισμό
- Μηλόσουπα
- ανοησίες
- ανοησίες
- καρίνα
- blarney
- φλυαρία
- κουτοπόνηρος
- Μαρμαρίζω
- ανοησία
- ταύρος
- Μπάνκομπ
- κουκέτα
- Μπούρδες
- ανοησίες
- Μαλθακίες
- τρέλα
- κανάτα
- ανοησίες
- βιολί
- ανοησίες
- ανοησίες
- μωρία
- φάτζ
- μπούρδες
- Ανοησίες
- σαχλαμάρα
- μούφα
- Απάτη
- Τρέλα
- τζαζ
- Τρέλα
- Μαλακίες
- ανοησίες
- κοπριά
- σαχλαμάρες
- ανοησίες
- πανκ
- σάπιος
- Ταραντέλλα
- Ανοησία
- ανοησία
- μετριότητες
- φλυαρίες
- φασόλια
- μπλα μπλα
- σκατά
- Ανοησία
- ανοησίες
- Βλακείες
- ανοησίες
- νέρτες
- ανοησία
- φαιδρότητα
- φανέλα
- αέριο
- ελληνικός
- αλαμπραμπαλαμ
- χουντού
- Ζεστός αέρας
- ηλιθιότητα
- ματαιότητα
- τρέλα
- Μαϊμουδέματα
- σεληνόφως
- Μπουρδολογία
- φλυαρία
- ανοησία
- λάσπη
- ανοησία
- διπλωματία
- Χόκεϊ επί πάγου
- κενότητα
- Τρέλα
Nearest Words of tommyrot
Definitions and Meaning of tommyrot in English
tommyrot (n)
pretentious or silly talk or writing
FAQs About the word tommyrot
Μαλ***ίες
pretentious or silly talk or writing
μπλα μπλα,ανοησίες ,σάλια,ανοησία,ξηροί καρποί,βλακεία,παραλογισμό,Μηλόσουπα,ανοησίες,ανοησίες
κοινή λογική,Ορθολογισμός,λογικότητα,αίσθηση,Διάκριση,κοινή λογική,κρίση,κρίση,φρόνηση,σοφία
tommy gun => Τόμσον, tommy atkins => Τόμι Άτκινς, tommy => Τόμυ, tomium => Τόμιο, tomistoma schlegeli => Ψευδόγαβιάλης,