Greek Meaning of codswallop

Μαλθακίες

Other Greek words related to Μαλθακίες

Definitions and Meaning of codswallop in English

Wordnet

codswallop (n)

nonsensical talk or writing

FAQs About the word codswallop

Μαλθακίες

nonsensical talk or writing

μπλα μπλα,σάλια,ανοησία,ξηροί καρποί,βλακεία,φλυαρίες,παραλογισμό,Μηλόσουπα,ανοησίες,ανοησίες

κοινή λογική,Ορθολογισμός,λογικότητα,αίσθηση,φρόνηση,Διάκριση,κοινή λογική,κρίση,κρίση,σοφία

codpiece => Μπροστινό, codon => Κωδικόνιο, cod-liver oil => Λάδι συκωτιού μπακαλιάρου, codlins-and-cream => κόντλιντς και κρέμα, codling moth => Καρπόκαψα,