Greek Meaning of sensibleness
φρόνηση
Other Greek words related to φρόνηση
- φρόνηση
- αίσθηση
- σοφία
- ευφυΐα
- κοινή λογική
- διακριτικότητα
- Διακριτικότητα
- Τόλμη
- κοινή λογική
- Διορατικότητα
- νοημοσύνη
- κρίση
- κρίση
- λογική
- εμείς
- πολιτική
- πρακτικότητα
- εγκέφαλοι
- ψυχραιμία
- οξύνοια
- οξυδέρκεια
- φροντίδα
- προσοχή
- σύνεση
- Διάκριση
- διάκριση
- Υπερμετρωπία
- διορατικότητα
- πρόβλεψη
- Φαιά ουσία
- οξύνοια
- λογικότητα
- οξυδέρκεια
- προφύλαξη
- πρόθεση
- Ορθολογισμός
- ορθολογισμός
- οξυδέρκεια
- σοφία
- πανουργία
- Γνώσεις δρόμου
- διαύγεια
- δεξιότητα
- προνοητικότητα
Nearest Words of sensibleness
Definitions and Meaning of sensibleness in English
sensibleness (n)
the quality of showing good sense or practical judgment
sensibleness (n.)
The quality or state of being sensible; sensibility; appreciation; capacity of perception; susceptibility.
Intelligence; reasonableness; good sense.
FAQs About the word sensibleness
φρόνηση
the quality of showing good sense or practical judgmentThe quality or state of being sensible; sensibility; appreciation; capacity of perception; susceptibility
φρόνηση,αίσθηση,σοφία,ευφυΐα,κοινή λογική,διακριτικότητα,Διακριτικότητα,Τόλμη,κοινή λογική,Διορατικότητα
απροσεξία,Απροσεξία,απροσεξία,Μυωπία,απροσεξία,ανοησία,παράλογος
sensible horizon => Αισθητός ορίζοντας, sensible => ε разумный, sensibilize => Ευαισθητοποιώ, sensibility => Ευαισθησία, sensibilities => Ευαισθησίες,