Greek Meaning of temperamentally

ιδιοσυγκρασιακά

Other Greek words related to ιδιοσυγκρασιακά

Definitions and Meaning of temperamentally in English

Wordnet

temperamentally (r)

by temperament

FAQs About the word temperamentally

ιδιοσυγκρασιακά

by temperament

παρορμητικός,καприτσιόζος,ασταθής,ασταθής,Καπριτσιόζος,μεταβλητός,ευμετάβλητος,ευερέθιστος,υδραργυρικός,αβέβαιος

σταθερά,ακόμα,άκαμπτος,αμετάβλητος,ισόρροπος,εγκαταστημένος,σταθερός,σταθερός,αμετάβλητο,αμετάβλητος

temperamental => _ιδιότροπος_, temperament => ιδιοσυγκρασία, temperable => εύκαμπτος, tempera => Τέμπερα, temper screw => Βίδα θερμοκρασίας,