Greek Meaning of tamely

ήμερα

Other Greek words related to ήμερα

Definitions and Meaning of tamely in English

Wordnet

tamely (r)

in a tame manner

Webster

tamely (adv.)

In a tame manner.

FAQs About the word tamely

ήμερα

in a tame mannerIn a tame manner.

Ψυχρά,ταπεινά,παθητικά,ήρεμα,με ψυχραιμία,ήρεμα,ψύχραιμα,ήπια,ειρηνικά,ήρεμα

αμόκ,ταραγμένος,αμήχανα,απελπισμένα,φρενήρως,φρενήρης,φρενήρης,έντονα,τρελά,Άγρια

tameless => άγριος, tamed => εξημερωμένος, tameable => Πράος, tame => εξημερώνω, tamburlaine => Ταμερλάνος,