FAQs About the word tamer

δαμαστής

an animal trainer who tames wild animalsOne who tames or subdues.

Εσωτερικός,εξημερωμένος,εξημερωμένος,εκπαιδευμένος,σπασμένο,υπάκουος,γνώριμος,ήπιος,Αφηνιασμένος,Εκπαιδευμένος

άγριος,άγριος,άγριος,Άγρια,άφθαρτος,Άγριος,ανεκπαίδευτος,λίγο άγριος

tameness => ηρεμία, tamely => ήμερα, tameless => άγριος, tamed => εξημερωμένος, tameable => Πράος,