FAQs About the word tameable

Πράος

capable of being tamedTamable.

Εσωτερικός,εξημερωμένος,εξημερωμένος,εκπαιδευμένος,σπασμένο,υπάκουος,γνώριμος,ήπιος,Αφηνιασμένος,Εκπαιδευμένος

άγριος,άγριος,άγριος,Άγρια,άφθαρτος,Άγριος,ανεκπαίδευτος,λίγο άγριος

tame => εξημερώνω, tamburlaine => Ταμερλάνος, tamburin => Τάμπουρο, tambreet => ταμπούρο, tambourine => ντέφι,