Greek Meaning of speculating (about)

εικαζόμενος (για)

Other Greek words related to εικαζόμενος (για)

Definitions and Meaning of speculating (about) in English

speculating (about)

No definition found for this word.

FAQs About the word speculating (about)

εικαζόμενος (για)

συλλογίζομαι (για ή για),Κατοικία (σε ή πάνω),στερεώνει (σε ή πάνω σε),ανησυχία,συλλογιζόμενος (κάτι),(για ή πάνω) σε καψούρα ,συλλογισμός,Αντανακλώντας (επάνω ή πάνω),σκέψη (για ή πάνω από),Ανάλυση

αγνοώντας,αγνοώντας,θέα,απορρίπτω,Απορριπτικός,υποτιμητικό,υποτιμάω,κακάω

speculating => κερδοσκοπώντας, speculated (about) => εικάστηκε για, speculated => εικάζεται, speculate (about) => εικάζω (για), spectrums => Φάσματα,