FAQs About the word dwelling (on or upon)

Κατοικία (σε ή πάνω)

τονίζοντας,Επιμονή (σε),πληρωμή,δείχνοντας (πάνω),τονίζω,τονίζοντας,κοπιάζω,υπογράμμιση,υπογράμμιση

αγνοώντας,λήθη,αγνοώντας,θέα,διερχόμενος,ασαφής,προσπέραση,υποτιμητικό

dwellers => κάτοικοι, dwelled (on or upon) => κατοικούμενος (σε ή επάνω), dwell (on or upon) => εστιάζω σε, dweebs => σπασίκλες, dwarves => νάνοι,