Greek Meaning of dyes
βαφές
Other Greek words related to βαφές
Nearest Words of dyes
- dyed-in-the-wool => Βαμμένος στο μαλλί
- dyarchies => δυαρχίες
- dyads => δυάδες
- dwelt (on or upon) => κατοίκησε (σε ή πάνω)
- dwells => κατοικεί
- dwellings => κατοικίες
- dwelling (on or upon) => Κατοικία (σε ή πάνω)
- dwellers => κάτοικοι
- dwelled (on or upon) => κατοικούμενος (σε ή επάνω)
- dwell (on or upon) => εστιάζω σε
- dying (away or down or out) => πεθαίνοντας (μακριά ή κάτω ή έξω)
- dying (down) => Πεθαίνει (κάτω)
- dying (for) => πεθαίνοντας (για)
- dynamited => δυναμιτισμένο
- dysfunctions => Δυσλειτουργίες
- each and every => κάθε
- each and everyone => Κάθε ένας
- earfuls => αυτιά
- earls => κόμητες
- earmarks => Αφοσιερώσεις
Definitions and Meaning of dyes in English
dyes
to impart a new and often permanent color to especially by impregnating with a dye, a material used for dyeing or staining, to take up or impart color in dyeing, to impart (a color) by dyeing, a soluble or insoluble coloring matter, color from dyeing, color produced by dyeing, to stain or color usually permanently
FAQs About the word dyes
βαφές
to impart a new and often permanent color to especially by impregnating with a dye, a material used for dyeing or staining, to take up or impart color in dyeing
Χρωματισμοί,χρώματα,χρωστικές,αποχρώσεις,λεκέδες,Σκιές,αποχρώσεις
λευκαντικά,λευκό,αποχρωματίζει,Μπλανς
dyed-in-the-wool => Βαμμένος στο μαλλί, dyarchies => δυαρχίες, dyads => δυάδες, dwelt (on or upon) => κατοίκησε (σε ή πάνω), dwells => κατοικεί,