Greek Meaning of sociableness

κοινωνικότητα

Other Greek words related to κοινωνικότητα

Definitions and Meaning of sociableness in English

Wordnet

sociableness (n)

the relative tendency or disposition to be sociable or associate with one's fellows

FAQs About the word sociableness

κοινωνικότητα

the relative tendency or disposition to be sociable or associate with one's fellows

φιλικός,φιλόξενος,εξωστρεφής,κινούμενη,δώρο,χαρούμενος,συλλογικός,κλειστό,κοινωτικός,φιλικός

αντικοινωνικός,Εσωστρεφής,ερημίτης,ακοινώνητος,αντικοινωνικός,απόμακρος,κρύος,κουλ,αποσπασμένος,μακρινό

sociable => κοινωνικός, sociability => κοινωνικότητα, soccer player => ποδοσφαιριστής, soccer field => Ποδοσφαιρικό γήπεδο, soccer ball => ποδόσφαιρο,