Greek Meaning of smoking out
Κάπνισμα έξω
Other Greek words related to Κάπνισμα έξω
- αναγνωριστικός
- κατέχων
- που δίνεται μακριά
- συλλογή
- παραδεχόμενοι
- διαφημίσεις
- ανακοινώνω
- επικοινωνία
- παραδεχόμενος
- εκταφή
- imparting
- Ενημέρωση
- σχετικός
- εκσκαφή
- βγάζοντας προς τα έξω
- εξομολογούμενος
- ομολογώντας
- προδοτικός
- κουβέντα
- φλεγόμενος
- εκπομπή
- Εμπιστοσύνης
- απομυθοποίηση
- δηλώνοντας
- διαρροή
- αφίσα
- καταχώρηση
- δημοσιοποίηση
- έκδοση
- διαμοιρασμός
- ήχος
- τρίξιμο
- ομιλώντας
- διακηρύσσοντας
- εκδίδοντας
- Φαίνεται
- Γδύσιμο
- αποκάλυψη
Nearest Words of smoking out
Definitions and Meaning of smoking out in English
smoking out
to cause to be made public, to drive out by or as if by smoke
FAQs About the word smoking out
Κάπνισμα έξω
to cause to be made public, to drive out by or as if by smoke
αναγνωριστικός,κατέχων,που δίνεται μακριά,συλλογή,παραδεχόμενοι,διαφημίσεις,ανακοινώνω,επικοινωνία,παραδεχόμενος,εκταφή
κρύβοντας,κάλυψη (κάποιου πράγματος),Καμουφλάζ,απόκρυψη,μεταμφιέζοντας,Mάσκα,Κάλυμμα,πέπλο,καμουφλάζ,περιβάλλων
smokey => καπνιστός, smokestacks => Καμινάδες, smokes => καπνίζει, smoked out => Καπνιστής, smogs => ομίχλη,