Greek Meaning of unearthing
εκσκαφή
Other Greek words related to εκσκαφή
Nearest Words of unearthing
Definitions and Meaning of unearthing in English
unearthing (p. pr. & vb. n.)
of Unearth
FAQs About the word unearthing
εκσκαφή
of Unearth
ανακάλυψη,εύρημα,συνείδηση,ανίχνευση,εξερεύνηση,διάστικτος,δημιουργία,αποκάλυψη,κατασκοπεία,έκθεση
εξαφάνιση,απώλεια,απόκρυψη,κρύβοντας
unearthed => εκσκαμμένο, unearned run => Ανεπιτυχής προσπάθεια, unearned revenue => Ανεπιτήδευτα έσοδα, unearned increment => ανάξια αύξηση, unearned income => Μη κερδισμένο εισόδημα,