Greek Meaning of renowning
διάσημος
Other Greek words related to διάσημος
- επευφημούν
- χειροκροτώντας
- επευφημώντας
- αποθεώνοντας
- κολακευτικό
- χαλάζι
- ειδωλολατρία
- χαιρετώντας
- λατρεία
- λατρεύω
- ευλογία
- Κάλαντα
- Γιορτάζω
- ψάλλοντας
- επικαλούμενος
- θεοποίηση
- επαινετικός
- υψώνω
- εξυμνώντας
- υμνολόγηση
- επαινετικό
- επαινετικός
- ηχηρός
- παθιασμένος
- λατρεία
- Κάλαντα
- ξεκαρδίζομαι
- χάραξη
- κολακευτικός
- δοξασμός
- μεγεθυντικός
- Συστήνοντας
- διαφήμιση
Nearest Words of renowning
Definitions and Meaning of renowning in English
renowning
a state of being widely known and highly honored, to give renown to, report, rumor, a state of being widely acclaimed and highly honored
FAQs About the word renowning
διάσημος
a state of being widely known and highly honored, to give renown to, report, rumor, a state of being widely acclaimed and highly honored
επευφημούν,χειροκροτώντας,επευφημώντας,αποθεώνοντας,κολακευτικό,χαλάζι,ειδωλολατρία,χαιρετώντας,λατρεία,λατρεύω
Κατηγορείν,επικριτικός,κριτικός,νουθετώντας,επιπληκτικός,επίπληξη,επιπλήττων,Επιπλήττω,επίπληξη,επιτιμητικός
renovations => ανακαινίσεις, renovating => ανακαίνιση, renovates => ανακαινίζει, renovated => ανακαινισμένο, renounces => αποκηρύσσει,