Greek Meaning of reoccurred
Επαναλήφθηκε
Other Greek words related to Επαναλήφθηκε
Nearest Words of reoccurred
Definitions and Meaning of reoccurred in English
reoccurred
to occur again
FAQs About the word reoccurred
Επαναλήφθηκε
to occur again
επαναλαμβανόμενος,διπλότυπο,Αναδημιουργία,ξαναέκανε,διπλό,επανακαθιερώθηκε,επανέλαβε,ξαναφτιάχτηκε,ανανεωμένος,αντιγραμμένος
No antonyms found.
reoccur => επαναλαμβάνομαι, rents => ενοίκια, renters => ενοικιαστές, rental library => Βιβλιοθήκη ενοικίασης, rental libraries => Δανειστικές βιβλιοθήκες,