Greek Meaning of recessing

εσοχή

Other Greek words related to εσοχή

Definitions and Meaning of recessing in English

Webster

recessing (p. pr. & vb. n.)

of Recess

FAQs About the word recessing

εσοχή

of Recess

αναβολή,διακόπτωντας,αναβολή,αναστολή,κλείσιμο,αναβολή,διασπείρω,ανακοπή,Κράτηση,ράφια

συνεχόμενος,εκτίνω,εγκαινιάζοντας,εκκίνηση,άνοιγμα,διαδικασία,παρατείνοντας,συναρμολόγηση,κλήση,σύγκληση

recessed => εσοχή, recess => διάλειμμα, receptory => Υποδοχείς, receptor => υποδοχέας, receptivity => δεκτικότητα,