Greek Meaning of pulling off
Τράβηγμα
Other Greek words related to Τράβηγμα
- επιτυγχάνοντας
- επιτυγχάνοντας
- μεταφορά
- πραγματοποιώντας
- κάνει
- Εκτελείται
- ικανοποιητικό
- περνάω από
- υλοποιώντας
- κατασκευή
- αποδίδει
- προκαλώντας
- φέρνοντας off
- διαπράττοντας
- ολοκλήρωση
- ενασχόληση με
- φινίρισμα
- παρακολούθηση (με)
- διαπραγμάτευση
- διαπράττων
- διωκτικός
- συνδέοντας
- εργάζομαι σε
- άριστος, εξαιρετικός
- φτάνοντας
- αρκετός
- αποτελεσματικός
- πραγματοποιούντας
- τέλος
- κάρφωμα
- εξασκώντας
- Εφαρμόζοντας
- πραγματοποιώντας
- επαναλαμβανόμενος
- εκκαθάριση
Nearest Words of pulling off
- pulling in => τραβώντας
- pulling down => κατεδάφιση
- pulling away => απομακρύνεται
- pulling a face => σφίγγω το πρόσωπό μου
- pulling (up) => έλκω (προς τα πάνω)
- pullers => βέργες
- pulled up stakes => σήκωσε τα πασαλάκια
- pulled together => συμπτυγμένος
- pulled through => τα κατάφερε
- pulled the wool over one's eyes => Γελάω κάποιον
- pulling one's leg => Κάνω πλάκα σε κάποιον
- pulling round => αναρρώνει
- pulling stakes => τράβηγμα πασσάλων
- pulling the wool over one's eyes => Τραβώ το μαλλί στα μάτια κάποιου
- pulling through => περνάω τα δύσκολα
- pulling together => Συνεργαζόμενος
- pulling up stakes => Προκαλεί σε μονομαχία / Προπόνηση για μονομαχία
- pulls => τραβάει
- pulls one's leg => πειράζω κάποιον
- pulls out => τραβάει έξω
Definitions and Meaning of pulling off in English
pulling off
to carry out despite difficulties
FAQs About the word pulling off
Τράβηγμα
to carry out despite difficulties
επιτυγχάνοντας,επιτυγχάνοντας,μεταφορά,πραγματοποιώντας,κάνει,Εκτελείται,ικανοποιητικό,περνάω από,υλοποιώντας,κατασκευή
αποτυχημένος,μιλάω ακατάληπτα,οικονομία,υποτιμητικό
pulling in => τραβώντας, pulling down => κατεδάφιση, pulling away => απομακρύνεται, pulling a face => σφίγγω το πρόσωπό μου, pulling (up) => έλκω (προς τα πάνω),