Greek Meaning of going through
περνάω από
Other Greek words related to περνάω από
Nearest Words of going through
- going public (with) => Εισαγωγή στο χρηματιστήριο (με)
- going over => επανεξέταση
- going out => βγαίνω έξω
- going one better => Πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα
- going on => γίνεται
- going off => Φεύγω
- going in for => να μπαίνει για
- going in (on) => εισέρχεται
- going for => πηγαίνοντας για
- going down => κατεβαίνω
- going to bat for => Υπερασπίζομαι
- going to one's head => Ανέβω στο κεφάλι
- going to pot => πάω στην κατσαρόλα
- going to seed => Πάω για σπόρους
- goings-on => γεγονότα
- gold mines => χρυσωρυχεία
- gold standards => χρυσά πρότυπα
- goldbricked => τεμπελιάζει
- golden means => χρυσή τομή
- golden-ager => συνταξιούχος
Definitions and Meaning of going through in English
going through
to move on a course
FAQs About the word going through
περνάω από
to move on a course
ανθεκτικός,βιώνω,έχοντας,υπό εξέλιξη,συναίσθημα,γνώση,περνώντας,λήψη,βλέποντας,πόνος
αποτυχημένος,μιλάω ακατάληπτα,οικονομία,υποτιμητικό
going public (with) => Εισαγωγή στο χρηματιστήριο (με), going over => επανεξέταση, going out => βγαίνω έξω, going one better => Πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα, going on => γίνεται,