Greek Meaning of encountering

αντιμετωπίζοντας

Other Greek words related to αντιμετωπίζοντας

Definitions and Meaning of encountering in English

Webster

encountering (p. pr. & vb. n.)

of Encounter

FAQs About the word encountering

αντιμετωπίζοντας

of Encounter

αλίευση,αντιπαράθεση,χαιρετισμός,συνάντηση,πλησιάζοντας,Προκρούοντας σε,τυχαία,διασταύρωση διαδρομής (με),απέναντι,συμβαίνει (στο)

αποφυγή,Αποφυγή,αποδραπέτητος,αποφευκτικός,Τρέμουλο,Κάμπτω,εύπλαστος,αποφυγή

encounterer => συναντώ, encountered => συναντημένος, encounter group => Ομάδα συνάντησης, encounter => συνάντηση, encoubert => μεταμφιεσμένος,