Greek Meaning of encourage
ενθαρρύνω
Other Greek words related to ενθαρρύνω
- Εμπνέω
- υποφέρω
- σημαδούρα (πάνω)
- ενθουσίασε (ενθάρρυνε)
- ενθαρρύνω
- ενθαρρύνω
- προκαλώ
- καθησυχάζω
- ενισχύω
- διεγείρω
- κινούμενη εικόνα
- διαβεβαιώ
- ενισχύω
- Μην ανησυχείς
- κελάηδημα (πάνω)
- ενεργοποιώ
- επιβάλλω
- ζωντανεύω
- Διέγερση
- οχυρώνω
- γαλβανίζω
- εμπνέω
- αναζωογονώ
- επιταχύνω
- συγκέντρωση
- ενισχύω
- Χάλυβας
- ανακατεύω
- ενισχύω
Nearest Words of encourage
Definitions and Meaning of encourage in English
encourage (v)
contribute to the progress or growth of
inspire with confidence; give hope or courage to
spur on
encourage (v. t.)
To give courage to; to inspire with courage, spirit, or hope; to raise, or to increase, the confidence of; to animate; enhearten; to incite; to help forward; -- the opposite of discourage.
FAQs About the word encourage
ενθαρρύνω
contribute to the progress or growth of, inspire with confidence; give hope or courage to, spur onTo give courage to; to inspire with courage, spirit, or hope;
Εμπνέω,υποφέρω,σημαδούρα (πάνω),ενθουσίασε (ενθάρρυνε),ενθαρρύνω,ενθαρρύνω,προκαλώ,καθησυχάζω,ενισχύω,διεγείρω
αποθαρρύνω,εκφοβίζω,απογοήτευω,καταθλίβω,Αποθαρρύνω,εκφοβίζω,λυπώ,υπονομεύω,εξασθενώ,εξασθενίζω
encountering => αντιμετωπίζοντας, encounterer => συναντώ, encountered => συναντημένος, encounter group => Ομάδα συνάντησης, encounter => συνάντηση,