Greek Meaning of slurring
μιλάω ακατάληπτα
Other Greek words related to μιλάω ακατάληπτα
Nearest Words of slurring
Definitions and Meaning of slurring in English
slurring (p. pr. & vb. n.)
of Slur
FAQs About the word slurring
μιλάω ακατάληπτα
of Slur
Βογκητό,βόμβος,μελωδικός,τρεμάμενος,τρίλιος,τρολάρισμα,κελάιδημα,yodelling,yodelling,ζώνη
αποθεώνοντας,κολακευτικό,χαλάζι,επαινετικός,επευφημούν,επαινετικό
slurred => ασυνάρτητος, slurp => ρουφώ, slur over => παραλείπω, slur => ασαφές, slunk => σέρνομαι,